ΕΤΥΜ: Du latin apologia
ΣΗΜΑΣΙΑ1
(ωςουσιαστικό)
Éloge ou justification de quelqu'un, de quelque chose, présentés dans un écrit, un discours ; cet écrit ou ce discours
ΠΡΔ:
ΕΤΥΜ: [λόγ. < αρχ. ἀπολογία]
ΣΗΜΑΣΙΑ1
(ωςουσιαστικό)
γραπτή ή προφορική ομιλία που κάνει κάποιος με σκοπό να υπερασπίσει τον εαυτό του ή γενικά να δώσει εξηγήσεις σχετικά με κατηγορία που τον βαρύνει
ΠΡΔ: